I. rechtlich ΕΠΊΘ
- rechtlich
-
II. rechtlich ΕΠΊΡΡ
bürgerlich-rechtlich ΕΠΊΘ ΝΟΜ
- bürgerlich-rechtlich
-
öffentlich-rechtlich ΕΠΊΘ προσδιορ
- öffentlich-rechtlich Sender
-
- öffentlich-rechtlich Anstalt, Kreditanstalt, Bank
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.