στο λεξικό PONS
Rat·schlag <-s, -schläge> [ˈra:tʃla:k, πλ -ʃlɛ:gə] ΟΥΣ αρσ
1. Ratschlag (Empfehlung):
Rä·tin <-, -nen> ΟΥΣ θηλ
Rätin θηλυκός τύπος: Rat
Rat1 <-[e]s> [ra:t] ΟΥΣ αρσ kein πλ
Rat2 <-[e]s, Räte> [ra:t, πλ ˈrɛ:tə] ΟΥΣ αρσ ΠΟΛΙΤ
Rat1 <-[e]s> [ra:t] ΟΥΣ αρσ kein πλ
Rat2 <-[e]s, Räte> [ra:t, πλ ˈrɛ:tə] ΟΥΣ αρσ ΠΟΛΙΤ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
ECOFIN-Rat ΟΥΣ αρσ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.