στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. farm [βρετ fɑːm, αμερικ fɑrm] ΟΥΣ
III. farm [βρετ fɑːm, αμερικ fɑrm] ΡΉΜΑ αμετάβ
I. wind1 [βρετ wɪnd, αμερικ wɪnd] ΟΥΣ
1. wind ΜΕΤΕΩΡ:
2. wind ΝΑΥΣ:
3. wind (breath):
4. wind (current):
5. wind (flatulence):
II. wind1 [βρετ wɪnd, αμερικ wɪnd] ΡΉΜΑ μεταβ
III. wind1 [βρετ wɪnd, αμερικ wɪnd]
I. wind2 [βρετ wʌɪnd, αμερικ waɪnd] ΟΥΣ
II. wind2 <παρελθ/μετ παρακειμ wound> [βρετ wʌɪnd, αμερικ waɪnd] ΡΉΜΑ μεταβ
1. wind (coil up):
στο λεξικό PONS
III. farm [fɑ:rm] ΡΉΜΑ αμετάβ
I. wind1 [wɪnd] ΟΥΣ
1. wind (current of air):
2. wind (breath):
ιδιωτισμοί:
I. wind2 <wound, wound> [waɪnd] ΡΉΜΑ μεταβ
II. wind2 <wound, wound> [waɪnd] ΡΉΜΑ αμετάβ
| I | farm |
|---|---|
| you | farm |
| he/she/it | farms |
| we | farm |
| you | farm |
| they | farm |
| I | farmed |
|---|---|
| you | farmed |
| he/she/it | farmed |
| we | farmed |
| you | farmed |
| they | farmed |
| I | have | farmed |
|---|---|---|
| you | have | farmed |
| he/she/it | has | farmed |
| we | have | farmed |
| you | have | farmed |
| they | have | farmed |
| I | had | farmed |
|---|---|---|
| you | had | farmed |
| he/she/it | had | farmed |
| we | had | farmed |
| you | had | farmed |
| they | had | farmed |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.