στο λεξικό PONS
ˈfront·age road ΟΥΣ αμερικ (service road)
front·age [ˈfrʌntɪʤ, αμερικ -t̬-] ΟΥΣ
2. frontage (direction):
road [rəʊd, αμερικ roʊd] ΟΥΣ
1. road (way):
2. road no pl (street name):
3. road ΜΕΤΑΛΛΕΥΤ:
6. road μτφ (course):
ιδιωτισμοί:
road ΟΥΣ
-
- Landstraße θηλ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
frontage road land use, ΥΠΟΔΟΜΉ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.