Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
split shift ΟΥΣ
I. shift [βρετ ʃɪft, αμερικ ʃɪft] ΟΥΣ
1. shift (alteration):
2. shift (in workplace):
3. shift αμετάβλ:
7. shift αμερικ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ → gear shift
8. shift (on keyboard) → shift key
II. shift [βρετ ʃɪft, αμερικ ʃɪft] ΡΉΜΑ μεταβ
1. shift (move):
2. shift (get rid of):
3. shift (transfer):
III. shift [βρετ ʃɪft, αμερικ ʃɪft] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. shift:
2. shift (move):
3. shift (change):
IV. shift [βρετ ʃɪft, αμερικ ʃɪft] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
V. shift [βρετ ʃɪft, αμερικ ʃɪft]
στο λεξικό PONS
I. shift [ʃɪft] ΡΉΜΑ μεταβ
II. shift [ʃɪft] ΡΉΜΑ αμετάβ
III. shift [ʃɪft] ΟΥΣ
1. shift (alteration):
-
- modification θηλ
2. shift (period of work):
shift worker ΟΥΣ
I. shift [ʃɪft] ΡΉΜΑ μεταβ
II. shift [ʃɪft] ΡΉΜΑ αμετάβ
III. shift [ʃɪft] ΟΥΣ
1. shift (alteration):
-
- modification θηλ
2. shift (period of work):
shift worker ΟΥΣ
| I | shift |
|---|---|
| you | shift |
| he/she/it | shifts |
| we | shift |
| you | shift |
| they | shift |
| I | shifted |
|---|---|
| you | shifted |
| he/she/it | shifted |
| we | shifted |
| you | shifted |
| they | shifted |
| I | have | shifted |
|---|---|---|
| you | have | shifted |
| he/she/it | has | shifted |
| we | have | shifted |
| you | have | shifted |
| they | have | shifted |
| I | had | shifted |
|---|---|---|
| you | had | shifted |
| he/she/it | had | shifted |
| we | had | shifted |
| you | had | shifted |
| they | had | shifted |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.