Oxford Spanish Dictionary
lonely hearts ΟΥΣ ουσ πλ
heart [αμερικ hɑrt, βρετ hɑːt] ΟΥΣ
1.1. heart ΑΝΑΤ:
1.2. heart (nature):
1.3. heart (inmost feelings):
2.1. heart (compassion):
2.2. heart (love, affection):
2.3. heart (enthusiasm, inclination):
3. heart (courage, morale):
4.1. heart (central part):
lonely <lonelier loneliest> [αμερικ ˈloʊnli, βρετ ˈləʊnli] ΕΠΊΘ
1. lonely (feeling alone):
στο λεξικό PONS
heart [hɑ:t, αμερικ hɑ:rt] ΟΥΣ
2. heart (seat of emotions):
3. heart χωρίς πλ (centre):
ιδιωτισμοί:
heart [hart] ΟΥΣ
2. heart (center of emotions):
ιδιωτισμοί:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- lollipop man
- lollop
- lolly
- lollygag
- Lombardy
- lonely hearts
- lone parent
- loner
- lonesome
- lone wolf
- -long