Oxford Spanish Dictionary
him [αμερικ hɪm, βρετ hɪm] ΑΝΤΩΝ
1.1. him (as direct object):
1.2. him:
1.3. him (after preposition):
2. him (emphatic use):
- we christened him Daniel
-
στο λεξικό PONS
him [hɪm] ΑΝΤΩΝ πρόσ
2. him:
him [hɪm] ΑΝΤΩΝ πρόσ
2. him:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.