Oxford Spanish Dictionary
I. few <fewer fewest> [αμερικ fju, βρετ fjuː] ΕΠΊΘ
1. few (not many):
ιδιωτισμοί:
II. few <fewer fewest> [αμερικ fju, βρετ fjuː] ΑΝΤΩΝ
1. few (not many):
ιδιωτισμοί:
στο λεξικό PONS
I. few <-er, -est> [fju:] ΕΠΊΘ προσδιορ
1. few (small number):
I. few <-er, -est> [fju] ΕΠΊΘ προσδιορ
1. few (small number):
-
- few
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.