Oxford Spanish Dictionary
yo1 ΠΡΟΣΩΠ ΑΝΤΩΝ
1. yo (como sujeto):
- yo
-
2. yo (en comparaciones, con ciertas preposiciones):
- yo
-
yo-yo <pl yo-yos> ΟΥΣ αρσ
- yo-yo
- yo-yo
στο λεξικό PONS
I. yo ΑΝΤΩΝ πρόσ
II. yo ΟΥΣ αρσ tb. ΨΥΧ
- yo
-
- yo-yo
- yo-yo αρσ
-
- yo
-
- yo
I. yo [jo] ΑΝΤΩΝ πρόσ
II. yo [jo] ΟΥΣ αρσ tb. ΨΥΧ
- yo
-
- yo-yo
- yo-yo αρσ
-
- yo
-
- yo
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.