Oxford Spanish Dictionary
aware [αμερικ əˈwɛr, βρετ əˈwɛː] ΕΠΊΘ
1. aware (conscious) pred:
self-aware [αμερικ ˌsɛlfəˈwɛr, βρετ ˌsɛlfəˈwɛː] ΕΠΊΘ
- self-aware
-
- politically aware
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.