Oxford Spanish Dictionary
myself [αμερικ maɪˈsɛlf, məˈsɛlf, βρετ mʌɪˈsɛlf, mɪˈsɛlf] ΑΝΤΩΝ
1. myself (reflexive):
2. myself (used for emphasis):
στο λεξικό PONS
myself [maɪˈself] ΑΝΤΩΝ reflexive
1. myself (direct, indirect object):
2. myself emphatic:
myself [maɪ·ˈself] ΑΝΤΩΝ reflexive
1. myself (direct, indirect object):
2. myself emphatic:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.