Oxford Spanish Dictionary
mystery <pl mysteries> [αμερικ ˈmɪst(ə)ri, βρετ ˈmɪst(ə)ri] ΟΥΣ
1.1. mystery C (puzzle):
1.2. mystery U (quality):
2.1. mystery C ΚΙΝΗΜ:
2.2. mystery C ΘΈΑΤ:
2.3. mystery C ΛΟΓΟΤ:
3. mystery C ΘΡΗΣΚ:
- mystery
- misterio αρσ
mystery play ΟΥΣ
- mystery play
-
- untangle mystery
-
- untangle mystery
-
- vexing problem/mystery
-
-
- mystery
-
- mystery
-
- mystery
-
- mystery
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.