Oxford Spanish Dictionary
yourself [αμερικ jərˈsɛlf, βρετ jɔːˈsɛlf, jʊəˈsɛlf, jəˈsɛlf] ΑΝΤΩΝ
1. yourself (reflexive):
2. yourself (emphatic use):
3. yourself (normal self):
- be careful! you'll electrocute yourself!
-
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.