Oxford Spanish Dictionary
young fogey, young fogy ΟΥΣ
young fogey → fogy
fogy <pl fogies> [αμερικ ˈfoʊɡi, βρετ ˈfəʊɡi] ΟΥΣ
fogy → fogey
I. young <younger [ˈjʌŋɡər, ˈjʌŋɡə(r)], youngest [ˈjʌŋɡəst]> [αμερικ jəŋ, βρετ jʌŋ] ΕΠΊΘ
1. young animal/person:
2. young appearance/manner/complexion:
στο λεξικό PONS
I. young [jʌŋ] ΕΠΊΘ
1. young a. ΓΕΩ (not old):
3. young (young-seeming):
I. young [jʌŋ] ΕΠΊΘ
1. young a. ΓΕΩ (not old):
3. young (young-seeming):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.