Oxford Spanish Dictionary
 
  
 aspecto ΟΥΣ αρσ
1.1. aspecto (apariencia):
1.2. aspecto (apariencia) (cariz):
2. aspecto (rasgo, faceta):
-  aspecto
-  
3. aspecto ΓΛΩΣΣ:
-  aspecto
-  
4. aspecto astron:
-  aspecto
-  
-  profesoral aspecto/tono
-  
 
  
 στο λεξικό PONS
 
  
  
  
 PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
