Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
 
  
 usage [yzaʒ] ΟΥΣ αρσ
1. usage (fait d'utiliser):
2. usage (possibilité d'utiliser):
3. usage ΓΛΩΣΣ:
4. usage (pratique courante):
 
  
 στο λεξικό PONS
 
  
 usage [yzaʒ] ΟΥΣ αρσ
1. usage (utilisation):
3. usage (faculté):
4. usage (coutume):
 
  
 usage [yzaʒ] ΟΥΣ αρσ
1. usage (utilisation):
3. usage (faculté):
4. usage (coutume):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
