Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
multipurpose [βρετ mʌltɪˈpəːpəs, αμερικ ˌməltiˈpərpəs, ˌməltaɪˈpərpəs] ΕΠΊΘ
- multipurpose area, organization
-
στο λεξικό PONS
multipurpose ΕΠΊΘ
- multipurpose tool
-
- multipurpose building
-
- polyvalent(e)
- multipurpose
multipurpose ΕΠΊΘ
multipurpose tool:
- multipurpose
-
- polyvalent(e)
- multipurpose
-
- multipurpose room
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.