στο λεξικό PONS
Zug-um-Zug-Er·fül·lung ΟΥΣ θηλ ΝΟΜ
Zug-um-Zug-Ge·schäft <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
Zug-um-Zug-Leis·tung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΝΟΜ
I. klug <klüger, klügste> [klu:k] ΕΠΊΘ
1. klug:
2. klug ειρων (dumm):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.