I. scharf·sin·nig ΕΠΊΘ
II. scharf·sin·nig ΕΠΊΡΡ
-
- scharfsinnig
-
- scharfsinnig
-
- scharfsinnig
- perceptive analysis, remark
- scharfsinnig
-
- scharfsinnig
-
- scharfsinnig kommentieren/bemerken
-
- scharfsinnig
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.