Oxford Spanish Dictionary
drinker [αμερικ ˈdrɪŋkər, βρετ ˈdrɪŋkə] ΟΥΣ
I. heavy <heavier, heaviest> [αμερικ ˈhɛvi, βρετ ˈhɛvi] ΕΠΊΘ
1.1. heavy (weighty):
1.2. heavy (thick):
2.2. heavy:
3.1. heavy (oppressive):
3.4. heavy (sad):
-
- apesadumbrado λογοτεχνικό
3.5. heavy (earnest):
4.1. heavy (intense):
4.2. heavy (severe):
4.3. heavy (demanding, onerous):
4.4. heavy (difficult) αργκ:
II. heavy [αμερικ ˈhɛvi, βρετ ˈhɛvi] ΕΠΊΡΡ
III. heavy <pl heavies> [αμερικ ˈhɛvi, βρετ ˈhɛvi] ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
I. heavy [ˈhevi] -ier, -iest -ies ΕΠΊΘ
2. heavy:
5. heavy (severe):
6. heavy (abundant):
I. heavy <-ier, -iest> [ˈhev·i] ΕΠΊΘ
2. heavy:
5. heavy (severe):
6. heavy (abundant):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.