στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
I. disposto [disˈposto] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
disposto → disporre
II. disposto [disˈposto] ΕΠΊΘ
2. disposto (pronto):
3. disposto (favorevole):
III. disposto [disˈposto] ΟΥΣ αρσ ΝΟΜ
I. disporre [disˈporre] ΡΉΜΑ μεταβ
1. disporre (collocare) capo, capitano:
II. disporre [disˈporre] ΡΉΜΑ αμετάβ βοηθ ρήμα avere
1. disporre (possedere):
2. disporre (servirsi):
III. disporsi ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
1. disporsi (prepararsi):
στο λεξικό PONS
I. disposto (-a) ΡΉΜΑ
disposto μετ παρακειμ di disporre
II. disposto (-a) ΕΠΊΘ
I. disporre [dis·ˈpor·re] ΡΉΜΑ μεταβ
II. disporre [dis·ˈpor·re] ΡΉΜΑ αμετάβ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.