Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. tampon [tɑ̃pɔ̃] ΟΥΣ αρσ
1. tampon (de bureau):
II. (-)tampon ΣΎΝΘ
III. tampon [tɑ̃pɔ̃]
I. champ [ʃɑ̃] ΟΥΣ αρσ
1. champ (terre cultivable):
2. champ (étendue):
3. champ (domaine):
4. champ:
5. champ ΦΥΣ:
6. champ ΓΛΩΣΣ:
III. champ [ʃɑ̃]
II. crampon [kʀɑ̃pɔ̃] ΟΥΣ αρσ
1. crampon (d'alpiniste):
ampoule [ɑ̃pul] ΟΥΣ θηλ
3. ampoule ΙΑΤΡ (lésion):
στο λεξικό PONS
I. tampon [tɑ̃pɔ̃] ΟΥΣ αρσ
champ [ʃɑ̃] ΟΥΣ αρσ
1. champ a. ΓΕΩΡΓ, ΦΥΣ, ΣΤΡΑΤ:
2. champ πλ (campagne):
I. tampon [tɑ͂po͂] ΟΥΣ αρσ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.