Oxford Spanish Dictionary
heart [αμερικ hɑrt, βρετ hɑːt] ΟΥΣ
1.1. heart ΑΝΑΤ:
1.2. heart (nature):
1.3. heart (inmost feelings):
2.1. heart (compassion):
2.2. heart (love, affection):
2.3. heart (enthusiasm, inclination):
3. heart (courage, morale):
4.1. heart (central part):
στο λεξικό PONS
heart [hɑ:t, αμερικ hɑ:rt] ΟΥΣ
2. heart (seat of emotions):
3. heart χωρίς πλ (centre):
ιδιωτισμοί:
heart [hart] ΟΥΣ
2. heart (center of emotions):
ιδιωτισμοί:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- artfully
- art gallery
- art history
- art house
- arthritic
- artichoke hearts
- article
- articled clerk
- articulacy
- articulate
- articulated bus