στο λεξικό PONS
mark·ing [ˈmɑ:kɪŋ, αμερικ ˈmɑ:r-] ΟΥΣ
1. marking (identifying marks):
2. marking no pl ΣΧΟΛ:
-
- Korrigieren ουδ
-
- Korrekturen pl
road [rəʊd, αμερικ roʊd] ΟΥΣ
1. road (way):
2. road no pl (street name):
3. road ΜΕΤΑΛΛΕΥΤ:
6. road μτφ (course):
ιδιωτισμοί:
road ΟΥΣ
-
- Landstraße θηλ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
road markings ΥΠΟΔΟΜΉ, transport safety
marking set in road surface ΥΠΟΔΟΜΉ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.