Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. zéro [zeʀo] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. zéro (avant nom):
II. zéro [zeʀo] ΟΥΣ αρσ
1. zéro (chiffre):
2. zéro (sur une échelle de valeurs):
- zéro
-
3. zéro (évaluation):
III. zéro [zeʀo]
IV. zéro [zeʀo]
στο λεξικό PONS
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.