στο λεξικό PONS
chief ex·ˈecu·tive ΟΥΣ
2. chief executive (head of organization):
I. chief [tʃi:f] ΟΥΣ
1. chief (head of organization):
2. chief:
4. chief ΝΟΜ:
II. chief [tʃi:f] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
1. chief (main):
2. chief (head):
I. ex·ecu·tive [ɪgˈzekjətɪv, eg-, αμερικ -t̬ɪv] ΟΥΣ
1. executive (manager):
2. executive + ενικ/pl ρήμα:
3. executive (in law office):
II. ex·ecu·tive [ɪgˈzekjətɪv, eg-, αμερικ -t̬ɪv] ΕΠΊΘ προσδιορ
1. executive (administrative):
2. executive (managerial):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
executive ΟΥΣ ΑΝΘΡ ΔΥΝΑΜ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.