στο λεξικό PONS
Sec·re·tary [ˈsekrətəri, αμερικ -teri] ΟΥΣ
press ˈsec·re·tary ΟΥΣ
- press secretary
-
pri·vate ˈsec·re·tary ΟΥΣ, PS ΟΥΣ
- private secretary
-
Home ˈSec·re·tary ΟΥΣ βρετ
De·ˈfence Sec·re·tary ΟΥΣ
- Defence Secretary
-
For·eign ˈSec·re·tary ΟΥΣ βρετ
- Foreign Secretary
-
Per·ma·nent ˈSec·re·tary ΟΥΣ βρετ
- Permanent Secretary
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
-
- general secretary
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
environment minister, secretary of the environment αμερικ ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.