Oxford Spanish Dictionary
chief executive ΟΥΣ βρετ (of corporation)
chief executive officer ΟΥΣ (of corporation)
I. executive [αμερικ ɪɡˈzɛkjədɪv, βρετ ɪɡˈzɛkjʊtɪv, ɛɡˈzɛkjʊtɪv] ΕΠΊΘ
1.1. executive (managerial):
1.2. executive (for executives):
II. executive [αμερικ ɪɡˈzɛkjədɪv, βρετ ɪɡˈzɛkjʊtɪv, ɛɡˈzɛkjʊtɪv] ΟΥΣ
I. chief [αμερικ tʃif, βρετ tʃiːf] ΟΥΣ
1. chief (head):
στο λεξικό PONS
I. executive [ɪgˈzekjʊtɪv, αμερικ -t̬ɪv] ΟΥΣ
I. chief [tʃi:f] ΟΥΣ
I. executive [ɪg·ˈzek·jʊ·t̬ɪv] ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
