Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. brother [βρετ ˈbrʌðə, αμερικ ˈbrəðər] ΟΥΣ
1. brother (relative):
3. brother (fellow man):
I. half <pl halves> [βρετ hɑːf, αμερικ hæf] ΟΥΣ
1. half (one of two parts):
3. half ΑΘΛ:
4. half ΑΘΛ → half back
II. half [βρετ hɑːf, αμερικ hæf] ΕΠΊΘ
III. half [βρετ hɑːf, αμερικ hæf] ΑΝΤΩΝ
1. half (50%):
2. half (in time):
IV. half [βρετ hɑːf, αμερικ hæf] ΕΠΊΡΡ
half full, over, asleep, drunk, cooked, dressed, eaten, hidden, understood, remembered:
V. half [βρετ hɑːf, αμερικ hæf]
στο λεξικό PONS
I. half <-halves> [hɑ:f, αμερικ hæf] ΟΥΣ
1. half (equal part, fifty per cent):
II. half [hɑ:f, αμερικ hæf] ΕΠΊΘ
I. half <-halves> [hæf] ΟΥΣ
1. half (equal part, fifty per cent):
II. half [hæf] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.