στο λεξικό PONS
Ste·no <-> [ˈʃte:no] ΟΥΣ θηλ kein πλ οικ
Steno συντομογραφία: Stenografie
Ste·no·gra·fie <-, -n> [ʃtenograˈfi:] ΟΥΣ θηλ
-
- shorthand no άρθ, no πλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Stop-Loss-Limit ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
STF ΟΥΣ θηλ
STF συντομογραφία: Systemtransformationsfazilität ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
Systemtransformationsfazilität ΟΥΣ θηλ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
Ορολογία μαγειρικής της Lingenio
geräucherter Stör ΟΥΣ αρσ ΜΑΓΕΙΡ
gemischtes Obst ΟΥΣ ουδ ΜΑΓΕΙΡ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.