στο λεξικό PONS
Mol <-s, -e> [mo:l] ΟΥΣ ουδ ΧΗΜ
Bundespolizei, BPOL ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Management-Tool ΟΥΣ ουδ CTRL
RoI ΟΥΣ ουδ
RoI συντομογραφία: Return on Investment ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Cashflow ROI ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
ROI-Analyse ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Euro Stoxx 50 ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ορολογία μαγειρικής της Lingenio
hausgebackenes Brot ΟΥΣ ουδ ΜΑΓΕΙΡ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.