στο λεξικό PONS
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Discounted Cashflow ΟΥΣ αρσ CTRL
- Discounted Cashflow (Barwert)
-
Cashflow Underwriting ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- Cashflow Underwriting (Zeichnungspolitik)
-
Cashflow ROI ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- Cashflow ROI (Cashflow-Rentabilität des gesamten Kapitaleinsatzes)
- cashflow ROI
Cashflow-Kennziffer ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Cashflow-Kennziffer
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.