Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
indice [ɛ̃dis] ΟΥΣ αρσ
I. indicat|if (indicative) [ɛ̃dikatif, iv] ΕΠΊΘ
II. indicat|if ΟΥΣ αρσ
1. indicat|if ΓΛΩΣΣ:
2. indicat|if:
indicible [ɛ̃disibl] ΕΠΊΘ
I. indigné (indignée) [ɛ̃diɲe] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
indigné → indigner
II. s'indigner ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
s'indigner αυτοπ ρήμα:
στο λεξικό PONS
marronnier (d'Inde) [maʀɔnje dɛ̃d] ΟΥΣ αρσ
indicatif (-ive) [ɛ̃dikatif, -iv] ΕΠΊΘ
français [fʀɑ̃sɛ] ΟΥΣ αρσ
1. français:
marronnier (d'Inde) [maʀɔnje dɛ͂d] ΟΥΣ αρσ
indicatif (-ive) [ɛ͂dikatif, -iv] ΕΠΊΘ
contre-indiqué(e) [ko͂tʀɛ͂dike] ΕΠΊΘ
2. contre-indiqué (déconseillé):
français [fʀɑ͂sɛ] ΟΥΣ αρσ
1. français:
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
indice de protection
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.