shew <μετ παρακειμ shewn [ʃəʊn]> [αμερικ ʃoʊ, βρετ ʃəʊ] ΡΉΜΑ μεταβ αρχαϊκ
shew → show
I. show <παρελθ showed, μετ παρακειμ shown or showed> [αμερικ ʃoʊ, βρετ ʃəʊ] ΡΉΜΑ μεταβ
1.1. show:
1.2. show:
1.3. show (to allow to be seen):
2.1. show (to depict, to present):
2.2. show (to register):
3.1. show (to demonstrate):
3.2. show (to teach):
4. show (to indicate the way) + επίρρ συμπλήρ:
5.1. show (to screen):
5.2. show (to exhibit):
II. show <παρελθ showed, μετ παρακειμ shown or showed> [αμερικ ʃoʊ, βρετ ʃəʊ] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. show (to be visible):
2.1. show (to be screened) ΚΙΝΗΜ:
2.2. show (to exhibit):
III. show <παρελθ showed, μετ παρακειμ shown or showed> [αμερικ ʃoʊ, βρετ ʃəʊ] ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα to show oneself
1. show (to become visible):
2. show:
IV. show [αμερικ ʃoʊ, βρετ ʃəʊ] ΟΥΣ
1. show C (exhibition) ΤΈΧΝΗ:
2.1. show C (stage production):
2.2. show C (on television, radio):
3. show (spectacle):
4.1. show χωρίς πλ (display):
4.2. show χωρίς πλ (outward appearance):
4.3. show χωρίς πλ (ostentation):
5.1. show οικ χωρίς πλ (activity, organization):
5.2. show οικ χωρίς πλ (performance) βρετ:
6. show C ΙΑΤΡ:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.