Oxford Spanish Dictionary
paracaidista acrobática ΟΥΣ θηλ
- paracaidista acrobática
-
acrobático (acrobática) ΕΠΊΘ
- acrobático (acrobática)
-
paracaidismo acrobático ΟΥΣ αρσ
paracaidista acrobático ΟΥΣ αρσ
piloto acrobático ΟΥΣ αρσ
στο λεξικό PONS
acrobático (-a) ΕΠΊΘ
- acrobático (-a)
-
acrobático (-a) [a·kro·ˈβa·ti·ko, -a] ΕΠΊΘ
- acrobático (-a)
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.