Oxford Spanish Dictionary
began [αμερικ bɪˈɡæn, βρετ bɪˈɡan] past begin
I. begin <μετ ενεστ beginning, παρελθ began, μετ παρακειμ begun> [αμερικ bɪˈɡɪn, βρετ bɪˈɡɪn] ΡΉΜΑ μεταβ
begin meeting/journey/campaign:
II. begin <μετ ενεστ beginning, παρελθ began, μετ παρακειμ begun> [αμερικ bɪˈɡɪn, βρετ bɪˈɡɪn] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. begin (start):
I. begin <μετ ενεστ beginning, παρελθ began, μετ παρακειμ begun> [αμερικ bɪˈɡɪn, βρετ bɪˈɡɪn] ΡΉΜΑ μεταβ
begin meeting/journey/campaign:
II. begin <μετ ενεστ beginning, παρελθ began, μετ παρακειμ begun> [αμερικ bɪˈɡɪn, βρετ bɪˈɡɪn] ΡΉΜΑ αμετάβ
1. begin (start):
- my adrenaline began to rise
-
στο λεξικό PONS
began [bɪˈgæn] ΡΉΜΑ
began παρελθ: begin
I. begin [bɪˈgɪn] ΡΉΜΑ μεταβ began, begun
I. begin [bɪˈgɪn] ΡΉΜΑ μεταβ began, begun
began [bɪ·ˈgæn] ΡΉΜΑ
began παρελθ: begin
I. begin <began, begun> [bɪ·ˈgɪn] ΡΉΜΑ μεταβ
I. begin <began, begun> [bɪ·ˈgɪn] ΡΉΜΑ μεταβ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.