Oxford Spanish Dictionary
c.w.o.
c.w.o. → cash with order
C, c [αμερικ si, βρετ siː] ΟΥΣ
5. C → circa
cancer [αμερικ ˈkænsər, βρετ ˈkansə] ΟΥΣ
1. cancer C or U (disease) ΙΑΤΡ:
2.2. cancer astrol C (person):
A, a [αμερικ eɪ, βρετ eɪ] ΟΥΣ
1.1. A (letter):
1.2. A ΜΟΥΣ:
1.3. A (grade):
3.3. A βρετ ΜΕΤΑΦΟΡΈς:
O/P [əʊˈpiː]
O/P → out of print
o' [αμερικ ə, βρετ əʊ, ə] αρχαϊκ or λογοτεχνικό
o' → of
of [αμερικ əv, βρετ ɒv, (ə)v] ΠΡΌΘ
1. of (indicating relationship, material, content):
2. of (descriptive use):
3.1. of (partitive use):
3.2. of (with superl):
4. of (indicating date, time):
5. of (on the part of):
6. of (inherent in):
7.1. of (indicating cause):
o.n.o. esp βρετ
o.n.o. → or near(est) offer
-
- 500 libras, negociable
O/S
O/S → out of stock
στο λεξικό PONS
c.
o.n.o. [ˌəʊenˈəʊ, αμερικ ˌoʊ-] ΕΠΊΡΡ αυστραλ, βρετ
o.n.o. συντομογραφία: or nearest offer
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- cluttered
- clutter up
- cm
- Cmdr
- CND
- c o
- co-
- co.
- CO2
- coach
- coach bolt