Oxford Spanish Dictionary
O3 [αμερικ oʊ, βρετ əʊ] ΕΠΙΦΏΝ
- O
-
o' [αμερικ ə, βρετ əʊ, ə] αρχαϊκ or λογοτεχνικό
o' → of
of [αμερικ əv, βρετ ɒv, (ə)v] ΠΡΌΘ
1. of (indicating relationship, material, content):
2. of (descriptive use):
3.1. of (partitive use):
3.2. of (with superl):
4. of (indicating date, time):
5. of (on the part of):
6. of (inherent in):
7.1. of (indicating cause):
o/w βρετ
o/w → one way
στο λεξικό PONS
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.