Oxford Spanish Dictionary
I. relative [αμερικ ˈrɛlədɪv, βρετ ˈrɛlətɪv] ΟΥΣ
II. relative [αμερικ ˈrɛlədɪv, βρετ ˈrɛlətɪv] ΕΠΊΘ
1.1. relative (comparative):
1.2. relative (not absolute):
1.4. relative:
3.1. relative ΓΛΩΣΣ:
στο λεξικό PONS
blood relation ΟΥΣ, blood relative ΟΥΣ
blood relation ΟΥΣ, blood relative ΟΥΣ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.