στο λεξικό PONS
I. er·klä·rend ΕΠΊΘ
Trend <-s, -s> [trɛnt] ΟΥΣ αρσ
füh·rend ΕΠΊΘ
während ΠΡΌΘ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Secondary Trend ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Risiko-Rendite-Beziehung ΟΥΣ θηλ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.