I. when·ever [(h)wenˈevəʳ, αμερικ -ɚ] ΣΎΝΔ
1. whenever (on whatever occasion):
II. when·ever [(h)wenˈevəʳ, αμερικ -ɚ] ΕΠΊΡΡ αμετάβλ
1. whenever (at whatever time):
-
- whenever
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.