Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: Köchin , Störchin , hin , wohin , anhin και dahin

Köchin

Köchin → Koch

Βλέπε και: Koch

Koch (Köchin) <-s, Köche> [kɔx, Plː ˈkœçə] ΟΥΣ αρσ (θηλ)

ιδιωτισμοί:

viele Köche verderben den Brei παροιμ

Störchin [ˈʃtœrçɪn] ΟΥΣ θηλ

I . dahin [daˈhɪn, ˈdaːhɪn] ΕΠΊΡΡ

I . wohin ΕΠΊΡΡ ερωτημ

ιδιωτισμοί:

ich muss mal wohin ευφημ οικ

II . wohin ΕΠΊΡΡ αναφορ

I . hin [hɪn] ΕΠΊΡΡ

4. hin (hinsichtlich):

II . hin [hɪn] ΕΠΊΘ

1. hin (kaputt):

être fichu(e) οικ
être nase οικ

2. hin αργκ (tot):

être clamsé(e) πολύ οικ!

3. hin (verloren):

4. hin (fasziniert):

ιδιωτισμοί:

hin ist hin οικ
fichu, c'est fichu οικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina