στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
fan belt [βρετ, αμερικ ˈfæn ˌbɛlt] ΟΥΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ
I. belt [βρετ bɛlt, αμερικ bɛlt] ΟΥΣ
3. belt (area):
4. belt ΜΕΤΕΩΡ:
6. belt ΑΘΛ (in boxing, judo):
II. belt [βρετ bɛlt, αμερικ bɛlt] ΡΉΜΑ μεταβ
III. belt [βρετ bɛlt, αμερικ bɛlt] ΡΉΜΑ αμετάβ οικ (go fast)
IV. belt [βρετ bɛlt, αμερικ bɛlt]
I. fan1 [βρετ fan, αμερικ fæn] ΟΥΣ
2. fan ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ:
-
- ventilatore αρσ
II. fan1 <forma in -ing fanning, παρελθ, μετ παρακειμ fanned> [βρετ fan, αμερικ fæn] ΡΉΜΑ μεταβ
III. to fan oneself ΡΉΜΑ αυτοπ ρήμα
fan2 [βρετ fan, αμερικ fæn] ΟΥΣ
1. fan:
στο λεξικό PONS
fan belt ΟΥΣ ΑΥΤΟΚ
I. belt [belt] ΟΥΣ
II. belt [belt] ΡΉΜΑ μεταβ
I. fan1 [fæn] ΟΥΣ
2. fan (electrical):
-
- ventilatore αρσ
II. fan1 <-nn-> [fæn] ΡΉΜΑ μεταβ
1. fan (cool with fan):
I | belt |
---|---|
you | belt |
he/she/it | belts |
we | belt |
you | belt |
they | belt |
I | belted |
---|---|
you | belted |
he/she/it | belted |
we | belted |
you | belted |
they | belted |
I | have | belted |
---|---|---|
you | have | belted |
he/she/it | has | belted |
we | have | belted |
you | have | belted |
they | have | belted |
I | had | belted |
---|---|---|
you | had | belted |
he/she/it | had | belted |
we | had | belted |
you | had | belted |
they | had | belted |
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.