στο λεξικό PONS
zwar [tsva:ɐ̯] ΕΠΊΡΡ (einschränkend)
I. pro [pro:] ΠΡΌΘ
Pro·fes·sor (Pro·fes·so·rin) <-s, -en> [proˈfɛso:ɐ̯, profɛˈso:rɪn, πλ -ˈso:rən] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
2. Professor (Träger des Professorentitels):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Pre-Settlement-Linie ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Pre-Opening ΟΥΣ ουδ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
Pro-Forma-Jahresabschluss ΟΥΣ αρσ ΛΟΓΙΣΤ
Pro-Forma-Abschluss ΟΥΣ αρσ ΛΟΓΙΣΤ
PRGF ΟΥΣ θηλ
PRGF συντομογραφία: Poverty Reduction and Growth Facility ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
Pre-Settlement-Risiko ΟΥΣ ουδ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
PRGF-Fonds ΟΥΣ αρσ ΥΠΕΡΚΡΑΤ ΟΡΓ
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.