στο λεξικό PONS
re·la·tiv [relaˈti:f] ΕΠΊΘ
Mehr·heit <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Mehrheit kein πλ (die meisten):
2. Mehrheit ΠΟΛΙΤ:
Luft·feuch·tig·keit <-, ohne pl> ΟΥΣ θηλ
-
- humidity no πλ, no αόρ άρθ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
relative Vorzugsaktie phrase ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
- relative Vorzugsaktie
-
Ορολογία γεωγραφίας της Ernst Klett Sprachen
- relative humidity
- relative Luftfeuchte
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
relativ
- relative Geschwindigkeit ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ, ΚΥΚΛΟΦ ΡΟΉ
- relative speed
- relative Häufigkeit ΠΡΟΤΥΠΟΠ
- relative frequency
- relativer Sicherheitsabstand ΟΔ ΑΣΦ
-
- relative frequency
- relative Häufigkeit
- relative speed
- relative Geschwindigkeit
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.