στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
stonking [βρετ ˈstɒŋkɪŋ, αμερικ ˈstɑŋkɪŋ, ˈstɔŋkɪŋ] ΕΠΊΘ οικ, stonking great
stonking [βρετ ˈstɒŋkɪŋ, αμερικ ˈstɑŋkɪŋ, ˈstɔŋkɪŋ] ΕΠΊΘ οικ, stonking great
I. great [βρετ ɡreɪt, αμερικ ɡreɪt] ΕΠΊΘ
II. great [βρετ ɡreɪt, αμερικ ɡreɪt] ΕΠΊΡΡ οικ
III. great [βρετ ɡreɪt, αμερικ ɡreɪt] ΟΥΣ
V. Greats
στο λεξικό PONS
II. great [greɪt] ΕΠΊΘ
1. great (very big, very good):
2. great (wonderful):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.