Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. office [βρετ ˈɒfɪs, αμερικ ˈɔfɪs, ˈɑfɪs] ΟΥΣ
1. office (room or place of work):
2. office (position):
II. offices ΟΥΣ ουσ πλ
1. offices (services):
tax office ΟΥΣ
-
- perception θηλ
box office ΟΥΣ ΚΙΝΗΜ ΘΈΑΤ
1. box office (ticket office):
careers office ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
office [ˈɒfɪs, αμερικ ˈɑ:fɪs] ΟΥΣ
1. office (room for working):
office supplies ΟΥΣ πλ
office equipment ΟΥΣ
office [ˈa·fɪs] ΟΥΣ
1. office (room for working):
office suite ΟΥΣ comput
Γλωσσάρι «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων (OFAJ)
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.