Γαλλικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: fakir , faix , fait και faim

fait [fɛ] ΟΥΣ αρσ

II . fait [fɛ]

faits d'amende ΝΟΜ
faits d'imposition ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Besteuerungstatbestand αρσ ειδικ ορολ
fait à prouver ΝΟΜ
Beweisfrage θηλ

faix <πλ faix> [fɛ] ΟΥΣ αρσ

1. faix λογοτεχνικό:

[schwere] Last θηλ
Bürde θηλ τυπικ

2. faix ΟΙΚΟΔ:

Senkung θηλ

fakir [fakiʀ] ΟΥΣ αρσ

Fakir αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina