στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
currency [βρετ ˈkʌr(ə)nsi, αμερικ ˈkərənsi] ΟΥΣ
1. currency ΟΙΚΟΝ:
I. soft [βρετ sɒft, αμερικ sɔft] ΕΠΊΘ
1. soft (yielding, not rigid or firm):
2. soft (muted):
3. soft (gentle, mild):
6. soft (lenient):
10. soft (cowardly):
- soft οικ
-
11. soft (stupid):
II. soft [βρετ sɒft, αμερικ sɔft] ΕΠΊΡΡ
soft → softly
στο λεξικό PONS
soft [sɑft] ΕΠΊΘ
1. soft (not hard):
2. soft (smooth):
6. soft (lenient):
currency <-ies> [ˈkɜ:·rən·si] ΟΥΣ
1. currency ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
2. currency (acceptance):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- softback
- softball
- soft-boiled
- soft centre
- soft-centred
- soft currency
- soft drink
- soft drug
- soften
- softener
- softening