Oxford Spanish Dictionary
fairing [αμερικ ˈfɛrɪŋ, βρετ ˈfɛːrɪŋ] ΟΥΣ
- fairing ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡ, ΑΕΡΟ
- carenado αρσ
I. fair1 <fairer fairest> [αμερικ fɛr, βρετ fɛː] ΕΠΊΘ
1. fair (just):
2.1. fair (blonde):
3. fair (beautiful) λογοτεχνικό:
4.1. fair (quite good):
4.2. fair (considerable) οικ προσδιορ:
fair2 ΟΥΣ
1.1. fair (market):
1.2. fair:
1.3. fair (bazaar):
world's fair, world fair ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
I. fair1 [feəʳ, αμερικ fer] ΕΠΊΘ
1. fair (just):
I. fair1 [fer] ΕΠΊΘ
1. fair (just):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.